Είναι αρκετά αυτά που μπορούν να ειπωθούν για να περιγράψουν το νομικό πλαίσιο που ορίζει ο νόμος 4495/2017. Σκοπός μας λοιπόν, είναι να αποσαφηνίσουμε και να αποδώσουμε με όσο το δυνατόν απλούστερο και κατανοητό τρόπο το περιεχόμενο της έννοιας «Ταυτότητα Κτιρίων».
Για πρώτη φορά ο όρος εισήχθη στην ελληνική έννομη τάξη με το νόμο 3843/2010 (ΦΕΚ 62 Ά), ο οποίος οριοθέτησε το περιεχόμενό της και το νομικό πλαίσιο εφαρμογής της στο πλέγμα της πολεοδομικής νομοθεσίας. Σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 3 του συγκεκριμένου νόμου, «Ταυτότητα Κτιρίου» είναι ο φάκελος που περιλαμβάνει όλα τα στοιχεία του κτιρίου. Ο φάκελος αυτός τηρείται και ενημερώνεται από τους αρμόδιους μηχανικούς και φυλάσσεται από τους ιδιοκτήτες των ακινήτων. Θεσπίστηκε επιπλέον ως υποχρέωση από το νόμο, να φυλάσσεται και αντίγραφο του φακέλου σε ειδικό χώρο εντός του κτιρίου.
Πριν προχωρήσει κανείς περαιτέρω, αξίζει να σημειωθεί πως αυτό που καταλαβαίνει ακόμη και ο μη «ειδικός» επί σχετικών θεμάτων είναι πως ο νομοθέτης δίνοντας αυτόν τον ορισμό μάλλον περιέγραψε ένα φυσικό φάκελο (χαρτιά) και όχι ηλεκτρονικό (αρχεία).